Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
συγκίνημα — commotion neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκίνημα — τὸ, Α [συγκινῶ] ταυτόχρονη κίνηση … Dictionary of Greek